- εξμέδιμνος
- ἑξμέδιμνος, -ον (Α)αυτός που χωράει ποσότητα έξι μεδίμνων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἑξμέδιμνος — holding six medimni masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑξμέδιμνον — ἑξμέδιμνος holding six medimni masc/fem acc sg ἑξμέδιμνος holding six medimni neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κυψέλη — Ονομασία δώδεκα οικισμών. 1. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 1.949 κάτ.) της Αίγινας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αιγίνης της νομαρχίας Πειραιώς. 2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 55 μ., 424 κάτ.)… … Dictionary of Greek